Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

ΑΚΥΡΟ ΔΑΝΕΙΟ (ΑΝΟΙΧΤΟ) - ΕΞΩΔΙΚΟ ΣΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΟΥ ΠΟΣΟΥ ΚΑΙ ΑΝΟΙΓΜΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΑΥΘΑΙΡΕΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ

  Αγαπητοί αναγνώστες, χρόνια πολλά καταρχάς για τις άγιες μέρες που διανύουμε καταρχάς. Χαίρομαι που με το παρόν άρθρο θα ασχοληθώ για ακόμη μία φορά με νομικό θέμα που έχει να κάνει με καταχρηστική πρακτική ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας. Αυτή, γνωστή για τις καταχρηστικές συμπεριφορές της έπραξε τα εξής :
Ιστορικό υπόθεσης.
Εντολέας μου είχε υπογράψει σύμβαση πίστωσης (ανοιχτό δάνειο για εμπόρους) τον Απρίλιο του έτους 2003. Ιδού μερικές από τις παραγράφους της συμβάσεως αυτής όπως και των δύο παραρτημάτων αυτής, που έχουν έχουν ήδη κριθεί ως καταχρηστικοί ως Γενικοί όροι συναλλαγής και φυσικά και τα ποσά που έχει καταβάλει ο πελάτης μου ως αχρεωστήτως καταβληθέντα. (Δηλαδή τα ποσά που έχει ήδη πληρώσει, δεν έπρεπε να τα είχε πληρώσει και τουτέστι χρωστάει πολύ μικρότερο ποσό από αυτό που του έχουν ήδη καταλογίσει.).

Η συζήτηση των ασφαλιστικών μέτρων, αγαπητοί αναγνώστες έχει προσδιοριστεί για συζήτηση για τις 13 Ιουνίου. Πάντως το ύφος αυτού του δικογράφου, στηρίχτηκε σε εξώδικη δήλωσή μου προς την αντίδικο Τράπεζα, το περιεχόμενο της οποίας, παρόλου που αποτελεί σκληρή πνευματική εργασία, εντούτοις προς ενημέρωση και προστασία όλων των κατατρεγμένων συμπολιτών μας, έχει ως εξής, δηλαδή : 






ΕΝΩΠΙΟΝ ΚΑΘΕ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΡΧΗΣ
 ΕΞΩΔΙΚΗ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ-ΔΗΛΩΣΗ

1.Της ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «...................η οποία εδρεύει στην ΑΘήνα (οδός.........) και εκπροσωπείται νόμιμα,
2. ........................  του Δημητρίου, κατοίκου Αθηνών (οδός........).-
                                       
Κ Α Τ Α
Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τράπεζα ........A.E», που εδρεύει στην Αθήνα, ........... και εκπροσωπείται νόμιμα.-

*************************************************************

Με τη ρητή επιφύλαξη γενικά κάθε νόμιμου δικαιώματός μου σας κάνω γνωστά τα ακόλουθα :

Δυνάμει της υπ’ αριθμ. ......../...... σύμβασης πίστωσης (ανοιχτό δάνειο), η οποία καταρτίστηκε μεταξύ ημών, χορηγήθηκε μένα πίστωση συνολικά 65.000,00 ευρώ, η οποία με την από ............. πρόσθετη πράξη αυξήθηκε κατά το ποσό των 65.000 ευρώ με αποτέλεσμα το ποσό της πίστωσης να ανέλθει πλέον συνολικά στις 130.000,00 ευρώ. Την ανωτέρω σύμβαση, για την εξυπηρέτηση της οποίας ανοίχτηκε ο υπ’ αριθμ. ............... λογαριασμός, εγγυηθήκαμε ο δεύτερος των αιτούντων και οι μη υπογράφοντες την παρούσα .................και ............., με δήλωσή μας που ενσωματώθηκε στην άνω σύμβαση και στην πρόσθετη πράξη αυτής. Όμως εντελώς αιφνιδίως, αναιτιολόγητα και κάθετα αντίθετα με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη που επικρατούν στις αμφοτεροβαρείς συμβάσεις με συμβαλλόμενα μέρη τους καταναλωτές από τη μια μεριά και από την άλλη τους προμηθευτές (όπως αυτές οι έννοιες έχουν θεσμοθετηθεί νομολογιακά), προ ενός έτους περίπου μας ενημερώσατε προφορικώς και μόνο πως κλείνετε τον υφιστάμενο λογαριασμό πίστωσης γνωστοποιώντας μας παράλληλα για το υφιστάμενο υπόλοιπο αυτού, τη στιγμή μάλιστα που η εξυπηρέτηση του δανείου από πλευράς μας γινόταν κανονικά με τακτικές καταβολές, όπως άλλωστε προκύπτει και από την εις χείρας μας αναλυτική κατάσταση λογαριασμού.-

Η προαναφερόμενη συναφθείσα σύμβαση μαζί με τις από 13.04.2005 Πρόσθετη Πράξη Νο1 και την από 12..........Πρόσθετη Πράξη Τροποποίησης της, με τις οποίες θεωρείται ως ένα ενιαίο και αδιαίρετο σύνολο, περιέχει και τους εξής, ως κάτωθι Γενικούς Όρους Συναλλαγής (ΓΟΣ), δηλαδή :
Α/ (Υπ’ αριθμ. 1.6) : Έξοδα : Ευρώ 180,00 ετησίως.

Β/ (Υπ’ αριθμ. 5.03) Γ.Ο.Σ : Οι τόκοι θα υπολογίζονται τοκαριθμικά επί του εκάστοτε οφειλόμενου υπολοίπου, με βάση έτος 360 ημερών, θα λογίζονται στο τέλος κάθε ημερολογιακού μήνα.

Γ/ (Υπ’ αριθμ. 5.01) Γ.Ο.Σ : Ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει τόκο με βάση κυμαινόμενο συμβατικό επιτόκιο ίσο προς το Βασικό επιτόκιο που αναγράφεται στον όρο 1.5 και ισχύει κάθε φορά προσαυξημένο με το περιθώριο που επίσης αναγράφεται στον ίδιο όρο. Η Τράπεζα διατηρεί το δικαίωμα, κατά την εύλογη κρίση της και ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς, να μεταβάλει το Βασικό Επιτόκιο οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της ισχύος της σύμβασης και μέχρι την πλήρη εξόφληση των κατ’ εφαρμογή της οφειλόμενων.
Το νέο Βασικό Επιτόκιο ανακοινώνεται στα Καταστήματα της Τράπεζας και δημοσιεύεται στον Τύπο, ισχύει δε και εφαρμόζεται και όσον αφορά στην παρούσα σύμβαση από την ημερομηνία δημοσίευσης. Ο οφειλέτης οφείλει να ενημερώνεται και να παρακολουθεί καθημερινά το ύψος του Βασικού Επιτοκίου που ανακοινώνεται από την Τράπεζα και δημοσιεύεται στον Τύπο.      

Δ/ (Υπ’ αριθμ. 6.03) : Εάν ο Οφειλέτης δεν ειδοποιήσει την Τράπεζα, γραπτά και με απόδειξη, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από το τέλος κάθε ημερολογιακού μήνα , είτε ότι δεν έλαβε Κατάσταση Λογαριασμού, είτε ότι διαφωνεί, ή έχει αντιρρήσεις ως προς τα κονδύλια, το ύψος του χρεωστικού υπολοίπου και του ποσού της Ελάχιστης Μηνιαίας καταβολής που αναφέρεται σ’ αυτή, θα θεωρείται ότι παρέλαβε την Κατάσταση Λογαριασμού και ότι έχει αναγνωρίσει ανεπιφύλακτα και συμφωνεί ως προς τα πιο πάνω στοιχεία και κονδύλια, τα οποία θα τεκμαίρονται ακριβή, η δε Τράπεζα θα απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση αποζημίωσης για κακή ή εσφαλμένη τήρηση του Λογαριασμού.

Ε/ (Υπ’ αριθμ. 7.01) : 7. ΑΝΑΚΛΗΣΗ/ΑΝΑΣΤΟΛΗ/ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΩΣΗΣ-ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ. : Η Τράπεζα έχει το δικαίωμα οποτεδήποτε και κατά την ελεύθερη κρίση της είτε να αναστέλλει ολικά ή μερικά την Πίστωση και κλείνοντας τον Λογαριασμό, οπότε ο Οφειλέτης θα υποχρεούται να εξοφλήσει το σύνολο της οφειλής του, ειδάλλως θα καθίστατο αυτοδικαίως υπερήμερος. Στην περίπτωση αυτή η Τράπεζα θα αποστέλλει επιστολή προς τον Οφειλέτη με το συνολικό οφειλόμενο υπόλοιπο, όπως τούτο θα προκύπτει από το άθροισμα όλων των ποσών που οφείλονται με βάση την παρούσα, κατά την ημερομηνία της καταγγελίας της παρούσας και του οριστικού κλεισίματος του Λογαριασμού, μετά τον συνυπολογισμό και την συνένωση των οφειλόμενων υπολοίπων των τυχόν περισσότερων λογαριασμών της Πίστωσης.   

Ζ/ (Υπ’ αριθμ. 11.04) : Ο Οφειλέτης, επίσης, οφείλει να καταβάλλει προς την Τράπεζα κατά την υπογραφή της παρούσας και σε κάθε ετήσια επέτειό της για διαχειριστικά και λειτουργικά έξοδα το ποσό που αναφέρεται στον όρο 1.6, στο οποίο περιλαμβάνονται και έξοδα αποστολής της Κατάστασης Λογαριασμού κάθε μήνα. Η Τράπεζα διατηρεί το δικαίωμα αναπροσαρμογής του ποσού των Εξόδων κατά τις επετείους της Πίστωσης.

Η/ (Υπ’ αριθμ. 12.01 και 12.03) : ........Εξάλλου η Τράπεζα έχει το δικαίωμα να χρεώνει με κάθε οφειλή του Οφειλέτη τον Λογαριασμό έστω και αν από τις χρεώσεις αυτές παράγεται χρεωστικό υπόλοιπο μεγαλύτερο του Πιστωτικού ορίου ακόμη και για απαιτήσεις της υπό αίρεση ή προθεσμία.  Και : Τα κατά το παρόν άρθρο δικαιώματα συμψηφισμού, όπως και κάθε άλλος συμψηφισμός, ασκείται από την Τράπεζα οποτεδήποτε κατά την κρίση της.
Θ/ (Υπ’ αριθμ. 14.03 και 14.05) : «Οι όροι της παρούσας σύμβασης, τους οποίους οι συμβαλλόμενοι συνομολόγησαν και συναποδέχτηκαν όλους ως ουσιώδης, τροποποιούνται μόνο ρητά και εγγράφως, αποκλειόμενου οποιουδήποτε άλλου τρόπου τροποποίησης και απόδειξης αυτής», ΚΑΙ «Η τυχόν ακυρότητα ή ακυρωσία ενός όρου της παρούσας και/ή των ασφαλειών δεν θα επιδρά κατά κανένα τρόπο στο κύρος και τη δεσμευτικότητα των υπολοίπων όρων τους.


Όμως ΠΡΩΤΙΣΤΩΣ, σε αντίθεση με το πνεύμα των ανωτέρω Γ.Ο.Σ, η αρχή της διαφάνειας, ως κυριαρχούσα αρχή ερμηνείας των διατάξεων του Ν. 2251/1994 περί της προστασίας του καταναλωτή, επιτάσσει, οι γενικοί όροι συναλλαγών να είναι διατυπωμένοι κατά τρόπο ορισμένο, ορθό και σαφή, ώστε ο απρόσεκτος μεν ως προς την ενημέρωσή του, αλλά διαθέτων τη μέση αντίληψη κατά τον σχηματισμό της δικαιοπρακτικής του απόφασης, καταναλωτής, να γνωρίζει τις συμβατικές δεσμεύσεις που αναλαμβάνει, ιδίως όσον αφορά τη σχέση παροχής και αντιπαροχής. Επιπλέον ορισμένοι εκ τους προαναφερόμενους Γ.Ο.Σ της επίδικης σύμβασης και συγκεκριμένα οι υπό στοιχεία 5.01 και 7.11 έρχονται σε ευθεία αντίθεση με την υπό στοιχεία ε) απαγορευτική ρήτρα -(επιφυλάσσουν στον προμηθευτή το δικαίωμα της μονομερούς τροποποίησης ή λύσης της σύμβασης χωρίς ορισμένο, ειδικό και σπουδαίο λόγο, ο οποίος να αναφέρεται στην σύμβαση)- της ενδεικτικής απαρίθμησης του καταλόγου του άρθρου 2 παρ. 7 του Ν. 2251/1994, η οποία «per se» θεωρείται καταχρηστική και ως εκ τούτου άκυρη.-

                                                Επί τούτου λοιπόν :
            1/ Ο τιθέμενος από πλευράς σας προαναφερόμενος (5.03) επίδικος γενικός όρος συναλλαγής της σύμβασης μας που προβλέπει ότι οι τόκοι υπολογίζονται με βάση έτος 360 ημέρες, προσκρούει στην αρχή της διαφάνειας, που επιτάσσει οι όροι να είναι διατυπωμένοι κατά τρόπο ορισμένο, ορθό και σαφή, ώστε ο απρόσεκτος μεν ως προς την ενημέρωσή του, αλλά διαθέτοντας τη μέση αντίληψη κατά τον σχηματισμό της δικαιοπρακτικής του απόφασης καταναλωτής να γνωρίζει τις συμβατικές δεσμεύσεις που αναλαμβάνει, ιδίως όσον αφορά τη σχέση παροχής και αντιπαροχής. Με το να υπολογίζετε/αι λοιπόν το επιτόκιο σε έτος 360 ημερών ο καταναλωτής (εγώ εν προκειμένω) δεν πληροφορήθηκα το (πραγματικό) ετήσιο επιτόκιο, όπως αυτό θα έπρεπε να προσδιορίζεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 243 παρ.3 ΑΚ. Μετά ταύτα, Καταχρηστικά ενεργώντας εσείς διασπάσατε, με τον εν λόγω ΓΟΣ, εντελώς τεχνητά και κατ’ απόκλιση των δικαιολογημένων προσδοκιών εμού του καταναλωτή το χρονικό διάστημα (το έτος) στο οποίο όφειλε να αναφέρεται το επιτόκιο, δημιουργώντας έτσι μία πρόσθετη επιβάρυνση σε μένα τον καταναλωτή-δανειολήπτη καθόλη την οκταετή λειτουργία της επίδικης σύμβασης πίστωσης, ο οποίος πλέον- όταν το επιτόκιο μιας ημέρας προσδιορίζεται με βάση έτος 360 ημερών- για κάθε ημέρα επιβαρυνόμουν με κατά 1,3889% περισσότερους, τόκους, καθώς το επιτόκιο υποδιαιρείται για τον προσδιορισμό του τόκου προς 360 ημέρες και αυτό ιδίως στην σημερινή εποχή όπου τα ηλεκτρονικά μέσα που διαθέτετε προσφέρουν, χωρίς καμία πρόσθετη δυσχέρεια, τον επακριβή υπολογισμό του τόκου με έτος 365 ημερών. Άλλωστε όπως οφείλατε να γνωρίζετε το έτος των 365 ημερών ισχύει και εφαρμόζεται σήμερα, κατ’ επιταγή της κοινοτικής οδηγίας 98/7/ΕΚ που ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο με την ΚΥΑ 21-179/13.02.2001 (ΦΕΚ ΄Β 255/8.03.2001), στην καταναλωτική πίστη, με την στενή έννοια, ρύθμιση που δείχνει τη σημασία που απονέμει και ο κοινοτικός νομοθέτης για τον, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ακριβή προσδιορισμό του επιτοκίου.
Εν προκειμένω όλα τα ποσά τόσο των συμβατικών όσο και των μη ανατοκιζόμενων τόκων από την αρχή λειτουργίας της σύμβασης πίστωσης μέχρι και το καταχρηστικό κλείσιμό της (όπως αυτά παρατίθενται στον εις χείρας μου αναλυτικό λογαριασμό σας) χρειάζονται ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ.

               2/  Σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 1 της 1969/8.8.1991 ΠΔΤΕ, που εκδόθηκε κατ` εξουσιοδότηση του ν. 1266/1982 (ΦΕΚ 131 Α`/29.8.1991), «απαγορεύεται η είσπραξη προμήθειας στα δάνεια, των οποίων το επιτόκιο ορίζεται ελεύθερα από τα πιστωτικά ιδρύματα». Στη ρύθμιση αυτή δεν εισάγει εξαίρεση η ΕΝΠΘ 524/1993, με την οποία προστέθηκε στο «Παράρτημα» της πιο πάνω ΠΔΤΕ περίπτωση «Ο». Με αυτήν απλά διευκρινίζεται ότι από τα επιτρεπόμενα, με βάση την ανωτέρω 1969/1991 ΠΔΤΕ, έξοδα, τέλη, φόρους και προμήθειες κοινοπρακτικών δανείων (που μόνον κατ` εξαίρεση επιτρέπεται η είσπραξη), αυτά πρέπει να περιλαμβάνονται στην ανάλυση του μηνιαίου λογαριασμού που αποστέλλουν οι πιστωτικοί φορείς στους κατόχους πιστωτικών καρτών/δανείων και όχι ότι επιτρέπεται ελεύθερα η είσπραξη προμήθειας (βλ. ΑΠ 1219/2001 ΕΕμπΔ 2001.529). Σύμφωνα με το κεφάλαιο στ` τέλος, της ΠΔΤΕ 2501/31.10.2002, που αντικατέστησε την ΠΔΤΕ 1969/1991, ορίστηκε ότι δεν επιτρέπεται η είσπραξη οιασδήποτε προμήθειας στις πάσης φύσεως χορηγήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων. Κατ` εξαίρεση επιτρέπεται η είσπραξη i) προμήθειας οργάνωσης και διαχείρισης προκειμένου περί κοινοπρακτικών δανείων, ϋ) προμήθειας αδρανείας επί των μη αναληφθέντων ποσών πιστώσεων, ανεξάρτητα από τη μορφή χορήγησης τους. Στην έννοια των πάσης φύσεως προμηθειών του παρόντος κεφαλαίου δεν εμπίπτουν οι αμοιβές για τις παρεχόμενες τυχόν ειδικές υπηρεσίες, εφάπαξ δαπάνες και τα έξοδα υπέρ τρίτων (π.χ. συμβολαιογραφικά έξοδα εκτίμησης και ελέγχου τίτλων ακινήτου, εγγραφής υποθήκης κλπ.). Εν προκειμένω εσείς με τους προαναφερόμενους υπό στοιχεία (11.04) και (1.6) Γενικούς όρους Συναλλαγής χρεώσατε εμένα κατά παράβαση του προαναφερθέντος Προεδρικού διατάγματος εφάπαξ ετησίως τα εξής, ως κάτωθι, ποσά, δηλαδή : στις 17.04.2003 μου χρεώσατε και σας κατέβαλα το ποσό των 180,00 ευρώ με την αιτιολογία έξοδα, την 20.05.2004 μου χρεώσατε και σας κατέβαλα το ποσό των 180,00 ευρώ ως δαπάνες επαναξιολόγησης, στις 21.04.2005 σας κατέβαλα με τη αιτιολογία «έξοδα αύξησης ορίου» και «έξοδα δικηγόρου» το ποσό των 180,00 ευρώ και 300,00 ευρώ αντίστοιχα, στις 15.03.2006 το ποσό των ευρώ 276,03 «πυρασφάλεια», στις 28.04.2006 το ποσό των ευρώ 180,00 με την αιτιολογία «δαπάνες επαναξιολόγησης», στις 19.01.2007 το ποσό των ευρώ 45,00 ως «έξοδα αλλαγής επιτοκίου», στις 30.04.2007 το ποσό των ευρώ 180,00 το οποίο ξανά ονοματίσατε «δαπάνες επαναξιολόγησης», στις 2.04.2008 το ποσό των 276,03 ευρώ με την αιτιολογία «Πυρασφάλεια», στις 30.04.2008 το ποσό των 180,00 ευρώ πάλι ως «δαπάνες επαναξιολόγησης», στις 4.03.2010 το ποσό των 301,93 ευρώ με την αιτιολογία «πυρασφάλεια», στις 30.04.2010 το ποσό των ευρώ 180,00 ως «δαπάνη επαναξιολόγησης» και στις 9.03.2011 το ποσό των 301,93 ευρώ ως έξοδα «πυρασφάλειας» και τέλος στις 6.06.2011 το ποσό των ευρώ 626,93 με την αιτιολογία «έξοδα καθυστέρησης».-
               Δηλαδή σας κατέβαλα ως προμήθεια συνολικά το ποσό των ευρώ 3.387,85. Όμως οι παραπάνω εφάπαξ σε ετήσια βάση επιβαρύνσεις μου, ανεξαρτήτως της ονομασίας που κατά καιρούς χρησιμοποιήσατε για τον χαρακτηρισμό τους, αποτελούν προμήθεια, συντρεχουσών όλων των προϋποθέσεων για τον χαρακτηρισμό τους ως τέτοιων, δεδομένου ότι το ύψος τους έχει προκαθοριστεί μονομερώς από πλευράς σας, χρεώνονται εφάπαξ στους λογαριασμούς που μου αποστέλλατε και είναι ανεξάρτητες από το επιτόκιο και τα άλλα έξοδα που μου επιβάλλονται (βλ. σχετ. για τα χαρακτηριστικά της προμήθειας, ΕφΑΘ 5253/2003, ΧρΙΔ 2004.134), επιχειρήσατε δε με αυτές τις χρεώσεις να μετακυλήσετε σε μένα έξοδα και λειτουργικά κόστη τα οποία είχατε ήδη συνυπολογίσει και λάβει υπόψη κατά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης μεταξύ μας και τον καθορισμό του συμφωνηθέντος επιτοκίου. Το ότι οι προαναφερθείσες χρεώσεις αποτελούν μετακύλιση του λειτουργικού κόστους σας σε μένα τον καταναλωτή, συνομολογείτε και εσείς η ίδια, υποστηρίζοντας στον υπό στοιχεία 11.04 Γ.Ο.Σ ότι αποτελούν «διαχειριστικά έξοδα και λειτουργικά έξοδα στο οποίο περιλαμβάνονται και τα έξοδα αποστολής της κατάστασης κάθε μήνα» ήτοι για ενέργεια που αποτελεί αυτονόητη παρεπόμενη υποχρέωση σας προς ενημέρωση μου σχετικά με την κίνηση του λογαριασμού του, που επιβάλλεται ρητά από το νόμο (βλ ΠΔΤΕ 2501/2002 κεφ. Γ παρ. 2 περ. β`) και όχι ειδική υπηρεσία προς όφελος του καταναλωτή, δηλαδή εμού, ώστε να παρέχεται δυνατότητα χρέωσης μου κατά την προμνησθείσα 2501/2002 ΠΔΤΕ, όπως π.χ. στην περίπτωση ενημέρωσης του καταναλωτή κατά την παράγραφο 3 του κεφ. Γ της ανωτέρω ΠΔΤΕ, στην οποία ρητά προβλέπεται δυνατότητα εύλογης χρέωσης του καταναλωτή σε περίπτωση που ζητεί ειδική ενημέρωση. Επομένως, οι υπό στοιχεία όροι 1.6 και 11.04 που προέβλεπαν αρχικά τη χρέωση των ανωτέρω ποσών καθώς και σε κάθε ετήσια επέτειο, είναι άκυροι κατ άρθρο 174 και 178 ΑΚ, ως ευθέως αντικείμενοι στις ΠΔΤΕ που προαναφέρθηκαν και ως εκ τούτου η είσπραξη ποσών βάσει ήταν παράνομη, γι’ αυτό και τα προαναφερόμενα ποσά που σας κατέβαλα θεωρούνται αχρεωστήτως καταβληθέντα και ως εκ τούτου πρέπει να αφαιρεθούν από το τελικό υφιστάμενο υπόλοιπο.
                3/ -Α-Όπως ορίζει το άρθρο 2 παρ. 6 του ν. 2251/1994 «περί προστασίας του καταναλωτή», όπως ο νόμος αυτός ισχύει, οι ΓΟΣ, απαγορεύονται και είναι άκυροι αν έχουν ως αποτέλεσμα τη διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων. Ο καταχρηστικός χαρακτήρας τέτοιου γενικού όρου κρίνεται αφού ληφθούν υπόψη η φύση των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η σύμβαση, το σύνολο των ειδικών συνθηκών κατά τη σύναψή της και όλες οι υπόλοιπες ρήτρες της σύμβασης ή άλλης σύμβασης από την οποία αυτή εξαρτάται. Τώρα κατά την παρ. 7 του ιδίου πιο πάνω άρθρου, καταχρηστικοί, ενδεικτικά, είναι οι ΓΟΣ που μεταξύ άλλων, ε) επιφυλάσσουν στον προμηθευτή το δικαίωμα μονομερούς λύσης ή τροποποίησης της σύμβασης χωρίς ορισμένο ειδικό και σπουδαίο λόγο,... Οι πιο πάνω αναφερόμενες ενδεικτικά περιπτώσεις γενικών όρων θεωρούνται, άνευ ετέρου, από το νόμο ως καταχρηστικοί, χωρίς να χρειάζεται ως προς αυτούς και η συνδρομή των προυποθέσεων της γενικής ρήτρας της παραγράφου 6 του άρθρου 2 του ν. 22511994.

Εν προκειμένω λοιπόν, ο υπό στοιχεία 7.01 ΓΟΣ, που προβλέπει ότι : «Η Τράπεζα έχει το δικαίωμα οποτεδήποτε και κατά την ελεύθερη κρίση της είτε να αναστέλλει ολικά ή μερικά την πίστωση είτε να καταγγέλλει την παρούσα σύμβαση, ανακαλώντας την πίστωση και κλείνοντας τον λογαριασμό, οπότε ο οφειλέτης θα υποχρεούται να εξοφλήσει το σύνολο της οφειλής του, ειδάλλως θα καθίσταται αυτοδικαίως υπερήμερος» έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την προαναφερόμενη απαγορευτική ενδεικτικώς ρήτρα, η οποία κατ’ αμάχητο τεκμήριο θεωρείται καταχρηστική και ως εκ τούτου άκυρη. Κατά ταύτα λοιπόν, η αναιτιολόγητα και άνευ αιτίας συντελεσθείσα ενέργειά σας να κλείσετε τον διαφιλονικούμενο λογαριασμό πίστωσης «πατώντας» νομικά στον προαναφερθέντα υπό στοιχεία 7.01 Γ.Ο.Σ- τη στιγμή μάλιστα που εγώ ήμουν συνεπέστατος στις καταβολές που μου έχουν επιβληθεί σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης, είναι καταχρηστική, στηρίχτηκε επάνω σε άκυρη και αόριστη, χωρίς εξειδικευμένα κριτήρια νομική βάση (7.01) και ως εκ τούτου δεν γίνεται να θεωρούμαι εγώ αυτοδικαίως υπερήμερος  δυνάμει του ανωτέρω ιστορικού. Πέραν τούτου, με την συντελεσθείσα ενέργειά σας να με ενημερώσετε προφορικά και μόνο για το κλείσιμο της σύμβασης πίστωσης, παραβιάσατε και τον υπό στοιχεία 16 Γ.Ο.Σ (ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ) σύμφωνα με τον οποίο : «Όλες οι γνωστοποιήσεις, οχλήσεις, αιτήσεις και εγκρίσεις κατά τους όρους της παρούσας και/ή των ασφαλειών θα γίνονται μόνο εγγράφως και θα απευθύνονται ως προς την Τράπεζα στο Κατάστημα, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, ως προς δε τον Οφειλέτη και τον Εγγυητή στη διεύθυνση που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας ή σε οποιαδήποτε άλλη διεύθυνση στην οποία κάθε συμβαλλόμενος μπορεί να γνωστοποιήσει στον άλλο εγγράφως για το σκοπό αυτό.»,
Ως εκ τούτου, αφενός μεν καταχρηστικώς και παρανόμως που επιβλήθηκαν και τα ως κάτωθι ποσά ως «ΕΞΟΔΑ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗΣ», δηλαδή στις 6.06.2011 ποσό 626,93 και στις 10.04.2012 ποσό ευρώ 3,00, αφετέρου δε έλαβε χώρα το κλείσιμο της σύμβασης πίστωσης.-

-Β- Κατά δεύτερον καταχρηστικός σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 6 και 7 εδαφ. Έ και ια΄ του Ν. 2251/1994 είναι ο προδιαληφθείς όρος για την αναπροσαρμογή του επιτοκίου, γιατί εμφανίζει αοριστία, αφού επιτρέπει σε σας να προσδιορίσετε οποτεδήποτε συμβατικό τόκο, χωρίς να είναι εκ των προτέρων γνωστά σε μένα κριτήρια εύλογα και ειδικά, πράγμα που οδηγεί στην διάψευση ων τυπικών και δικαιολογημένων προσδοκιών μου ως προς την εξέλιξη της ουσιαστικής μεταξύ μας σχέσης. Κατά ταύτα, το επιτόκιο στην καταρτισθείσα μεταξύ μας σύμβαση θα έπρεπε να αναπροσαρμόζεται με βάση εύλογα κριτήρια που να αντανακλούν τις συνθήκες της αγοράς, δηλαδή του κόστους χρήματος για την τράπεζα, πράγμα που ουδόλως αναφέρεται στην διαφιλονικούμενη σύμβαση. Αυτό εν τέλει ορίζεται και την ΠΔ/ΤΕ 2501/2002, η οποία στο Κεφάλαιο Ά περίπτωση ιv ορίζει ότι η ελάχιστη ενημέρωση της τράπεζας προς τον συναλλασσόμενο πελάτη, «σε περιπτώσεις δανειακών συμβάσεων με κυμαινόμενο επιτόκιο», αφορά «το γενικό επιτόκιο αναφοράς, σαφώς προσδιοριζόμενο με βάση τα ισχύοντα επιτόκια των χρηματαγορών, τις περιόδους ισχύος του, καθώς και πληροφόρηση σχετικά με βασικούς παράγοντες, η ενδεχόμενη μεταβολή των οποίων θα επηρεάσει το συνολικό κόστος του αντίστοιχου δανείου (όπως π.χ παρεμβατικά επιτόκια της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας). Δηλαδή αδικαιολογήτως, χωρίς την παράθεση ειδικού και σπουδαίου λόγου προβήκατε σε μεταβολή του επιτοκίου την 12.01.2007 με την ταυθήμερη πράξη τροποποίησης της επίδικης σύμβασης πίστωσης από 7,25% πλέον περιθωρίου 1,00% + εισφορά 0,6 Ν. 128/1975 σε 7,75% μείον περιθώριο 0,9% + εισφορά του Ν. 128/1975 (σήμερα 0,6%).
            Επειδή, επιφυλασσόμαστε σχετικά με την διαμόρφωση του επιτοκίου του περί ου ο λόγος δανείου όσο και για την μονομερή, χωρίς ειδικά κριτήρια που να δικαιολογούν το κόστος του χρήματος, τροποποίηση από πλευράς σας.-
    Επειδή, χωρίς καμία δικαιολογητική βάση, καταχρηστικά και πατώντας σε άκυρους Per se (κατ’ αμάχητο τεκμήριο δηλαδή) ΓΟΣ προχωρήσατε στον κλείσιμο του διαφιλονικούμενου ανοιχτού δανείου (σύμβασης πίστωσης) και με θεωρείτε υπερήμερο για την καταβολή ολόκληρου του ποσού, τη στιγμή που δεν συντρέχει κανείς λόγος υπερημερίας, όπως η υπερημερία οριοθετείται στον ΑΚ στις αμφοτεροβαρείς συμβάσεις στα άρθρα 374 επ.-

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΜΑΙ έντονα για την ως άνω παράνομη, αυθαίρετη και καταχρηστική συμπεριφορά σας,
Σας ΚΑΛΩ, όπως εντός δέκα (10) ημερών, από τη λήψη της παρούσης, να προβείτε σε αντιλογισμό των αχρεωστήτως καταβληθέντων από εμένα ποσών και στο άνοιγμα του δανείου το οποίο δηλώνω ότι θα συνεχίσω να «εξυπηρετώ» μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή του., άλλως
Σας ΔΗΛΩΝΩ ότι θα ασκήσω εναντίον σας κάθε νόμιμο ένδικο μέσο, προκειμένου να υποχρεωθείτε προς τούτο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε δικαστικά έξοδα κλπ, ειδικότερα θα προβώ σε αναγνωριστική αγωγή και σε κατάθεση αίτησης ασφαλιστικών μέτρων προσωρινής ρύθμισης κατάστασης για να υποχρεωθείτε στις νόμιμες ενέργειες βάση δικαστικής απόφασης.-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου